Η Susan Sontag χαρακτήρισε τη νόσο «νυχτερινή ζώνη της ζωής». Όταν οι αγαπημένοι μας ασθενούν, ο κόσμος ρίχνεται στο σκοτάδι και την σύγχυση, το καθημερινό μας πρόγραμμα διαταράσσεται, κλονίζονται οι πιο βαθιές μας πεποιθήσεις. Η σύγχρονη επικράτεια της υπερορθολογικής βιοϊατρικής λίγη παρηγοριά προσφέρει στις επιπτώσεις της νόσου στην εσωτερική ζωή μας. Το Έρωτας και Ασθένεια, με το να εξερευνά τον ρόλο της επιθυμίας στην ασθένεια, προσφέρει μιαν εναλλακτική: μια αντισυμβατική, βαθιά ανθρώπινη διερεύνηση του τι σημαίνει να ζεις με την ασθένεια και μέσα από την ασθένεια.
Όταν αντιμετωπίζουμε την ασθένεια, απαιτείται επιτακτικά κάτι πέρα από τις εξαιρετικά πολύτιμες προόδους της βιοϊατρικής στη θεραπεία και την πρόληψη. Η επιθυμία, με τις πολλές αμφιέσεις της, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην ασθένειας, όπως μας δείχνει ο Μόρις. Συναισθήματα, όνειρα, και ιστορίες —ακόμα και το ειδύλλιο και ο ερωτισμός— διαμορφώνουν τα βιώματα των ασθενών και των φροντιστών. Η αντίληψή μας για τον κόσμο στον οποίο εισερχόμαστε μέσα από την ασθένεια —συχνά έναν κόσμο δριμύτατης οδύνης— διαμορφώνεται από την επιθυμία.
Καθώς γράφει εκκινώντας από την προσωπική του εμπειρία ως φροντιστή της συζύγου του, ο Μόρις ιστορεί το πώς η επιθυμία μπορεί να επιδεινώσει ή, με φροντίδα και μέριμνα, να μετριάσει το βαρύ άχθος της ασθένειας. Ανατρέχει σε μύθους, χρονικά, απομνημονεύματα, πίνακες ζωγραφικής, επιτελέσεις, και αφηγήματα προκειμένου, εξετάζοντάς τα διεξοδικά, να κατανοήσει το πώς η ασθένεια συνυφαίνεται με όλα όσα μας είναι εξόχως αγαπημένα και πολύτιμα. Αντλώντας από πολιτισμικές πηγές πολλών αιώνων και πολλών διαφορετικών μέσων, το Έρωτας και Ασθένεια μας τείνει το χέρι και μας συνοδεύει στην μακριά νύχτα της νόσου, δείχνοντάς μας πώς να ανακαλύψουμε δημιουργικές επιθυμίες εκεί όπου δεν δέσποζαν παρά μονάχα η απόγνωση και η ήττα.
Έρως και Ασθένεια προσφέρει εμβρίθεια και όραμα στα εξόχως προσωπικά βιώματα της οδύνης και της ασθένειας. Καθώς η σύζυγός του, η Ρουθ, πλήττεται από μιαν επιθετική πρώιμη μορφή άνοιας, ο Ντέιβιντ Μόρις «διορθώνει», μέσα από την ίδια του την αγωνία, τα όσα νομίζει ότι γνωρίζει σχετικά με τον πόνο και το πάσχειν. Μέσα από την προσωπική του εμπειρία αναδύεται η τολμηρή επεξεργασία της έννοιας ιατρικός έρωτας. Αυτό που επιχειρεί ο Μόρις είναι σχεδόν ακατόρθωτο, αλλά το φέρνει εις πέρας τελικά. Επιχειρεί να εισέλθει στην ασθένεια φέροντας το θεωρούμενο αντίθετό της. Φρονεί ότι είναι εφικτά κάποια πολύτιμα πράγματα μες στην εμπειρία της σοβαρής ασθένειας, ότι μπορούμε να διέλθουμε από καταστάσεις βαθιάς διερεύνησης, να αφεθούμε, να περάσουμε σε ό,τι δεν είναι η συνηθισμένη, περισταλμένη ζωή. Μόνο ένας λόγιος του αναστήματος του Μόρις, που υποχρεώθηκε να υποστεί αδυσώπητες απώλειες, θα ήταν ικανός να προβεί σε μια τόσο βαθιά πρόκληση στον κόσμο της ιατρικής». —Rita Charon, Πανεπιστήμιο Κολούμπια
«Αυτό το σπουδαίο βιβλίο εστιάζει στη θεμελιώδη και τεταμένη σχέση ανάμεσα σε ό,τι ο συγγραφέας ορίζει ως ιατρικό λόγο και ιατρικό έρωτα. Οι όροι αυτοί αντανακλούν τη φιλοσοφική σχέση ανάμεσα στη λογική και τον έρωτα, και δεικνύουν πώς η επιθυμία και η γνώση στο συγκείμενο της ασθένειας αναδιαμορφώνουν τούτη τη σχέση. Ο Ντέιβιντ Μόρις δεν διστάζει να καταβυθιστεί στην προσωπική εμπειρία. Η γραφή του είναι σαφής, επικοινωνιακή, και οι σελίδες του βρίθουν από ιδέες διατυπωμένες λαμπρά, όπως όταν μιλάνε για τον Μοντιλιάνι, για το φως, την εμφάνιση και την εξαφάνιση, την κατάφαση στη ζωή μπροστά στο απειλητικό φάσμα του θανάτου. Το βιβλίο αυτό είναι επίτευγμα». —Thomas Dumm, Κολέγιο Άμχερστ