Μία νησιωτική κοινωνία του 19ου αιώνα ζωντανεύει, παίρνει σάρκα και οστά και συστήνεται εκ νέου μέσα από τους πολυάριθμους γάμους, τους αρραβώνες, τις διαθήκες και τις δωρεές, τα πωλητήρια και τα πληρεξούσια.
Σε μία περίοδο, όπου τα Δωδεκάνησα αποτελούν τμήμα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, πρωταγωνιστές γίνονται οι καθημερινοί ήρωες:
ο πατήρ και η μήτηρ που μέλλουν να υπανδρεύσουν τη θυγατέρα τους εν νομίμω γάμω,
η μάμμη, [ γιαγιά] και ο πάππους, οι οποίοι προικοδοτούν τα εγγόνια τους υπό τον όρο να τους διατηρήσουν εις το γήρας, μέχρι θανάτου,
οι αδελφοί που υπόσχονται να προικίσουν τις αδελφές τους με όσα μετρητά κερδίσουν από τα σφουγγάρια, να τους χτίσουν οικίες, οσπίτια, θόλους και κελλιά, να τα επιπλώσουν με όλα τα μόμπιλλα, να τους δώσουν χρήματα, μετζίτια, μαχμουτιέδες, πεντόλιρα αλλά και να τις στολίσουν με φλουριά,
οι διαθέτες που οικειοθελώς και απαραβιάστως αφήνουν την περιουσία τους σε παιδιά και εγγόνια, αδέλφια και ανίψια, ξαδέλφια και βαφτιστήρια,
ο Αρχιερατικός Επίτροπος ο οποίος μαρτυρεί και υπογράφει…
Όλοι αυτοί οι ήρωες έρχονται από ένα μακρινό παρελθόν για να μας προσκαλέσουν στο όμορφο νησί τους, τη Χάλκη και να μας μιλήσουν για τη ζωή, την οικονομία και την κοινωνία, τα επαγγέλματα και τα ήθη τους.
Ένα νοερό ταξίδι στον απόηχο της λίρας και του λαούτου με το βλέμμα στραμμένο στο γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού.