Στη φιλοσοφία του Spinoza, η φαντασία, χάρη στην οποία είναι παρόντα μέσα μας τα όντα που συναντούμε, αποτελεί από μόνη της ένα ιδιότυπο είδος γνώσης. Εκεί, το νοητικό στοιχείο ενσωματώνεται στο απεικονιστικό, παράγοντας εικόνες πνευματικής φύσης.
Αυτή η θέση εμφανίζεται για πρώτη φορά στη διεθνή σπινοζική βιβλιογραφία. Σύμφωνα με τη συλλογιστική του συγγραφέα, η φαντασιακή ιδέα, ενώ παρέχει υλικό για τον σχηματισμό της ορθολογικής γνώσης, είναι άλλης ποιότητας από αυτήν. Τούτο σημαίνει ότι η εικόνα-ιδέα της φαντασίας δεν είναι η ελλιπής και συγκεχυμένη ιδέα, η οποία πλανάται (πρώτο είδος της γνώσης), ούτε η αυτονόητη ιδέα, μέσα στην οποία αίρεται η πλάνη με ορθολογικό τρόπο (Λόγος ή δεύτερο είδος της γνώσης), αλλά ούτε και η σύλληψη της ουσίας των πραγμάτων από την ενορατική νόηση (τρίτο είδος της γνώσης). Κατά συνέπεια, η φαντασία συνιστά από μόνη της ένα ξεχωριστό, τέταρτο είδος γνώσης. Με βάση τα κείμενα της Θεολογικο-πολιτικής πραγματείας, στο εν λόγω είδος εντάσσεται και η προφητική γνώση.
Αυτή η θέση του συγγραφέα βρήκε θετικότατη υποδοχή από σημαντικούς στοχαστές, εντός και εκτός του ακαδημαϊκού χώρου. Παράλληλα όμως, διώχθηκε ανοιχτά από μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας. Τα σχετικά γεγονότα περιγράφονται στο Επίμετρο του παρόντος βιβλίου.