Η συγγραφέας στο βιβλίο αυτό παρουσιάζει την ιστορική αφετηρία της ευρωπαϊκής διαδρομής της Ελλάδας, όπως αυτή εκφράστηκε με την πρώτη θεσμική σύνδεσή της με τον πυρήνα της Ενωμένης Ευρώπης το 1961: τη Συμφωνία Σύνδεσής της με την τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Η στρατηγική αυτή επιλογή, που έκτοτε αποτελεί και τον βασικό άξονα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, ήταν ο «επίσημος αρραβώνας» της χώρας με την ΕΟΚ που επισφραγίστηκε το 1981 με την ένταξή της, τον «γάμο» της και κατοχύρωσε τη θέση της στον πυρήνα των ευρωπαϊκών κέντρων αποφάσεων και στη ζώνη του ευρώ.
Μέσα από τις πηγές που παρατίθενται, παρουσιάζονται τα κρίσιμα διλήμματα που αντιμετώπισε η Ελλάδα, όταν την περίοδο 1957-1959 βρέθηκε σ’ ένα σταυροδρόμι ευρωπαϊκών επιλογών: να ακολουθήσει τον δρόμο της ΕΟΚ ή μιας πιο χαλαρής συνεργασίας, όπως αυτή εκφραζόταν από τη μικρή και μεγάλη Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελευθέρων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ) που καθοδηγείτο από τη Μεγάλη Βρετανία; Η μήπως έναν τρίτο δρόμο, αυτόν της περιθωριοποίησης; Η Ελλάδα αποφάσισε την ενσωμάτωση, συμμετέχοντας με επιτυχία σε πολυμερείς διαπραγματεύσεις από το 1957, τόσο στο πλαίσιο του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Οικονομικής Συνεργασίας (ΟΕΟΣ) για τη δημιουργία μιας μεγάλης ΕΖΕΣ, που όμως κατέληξαν σε αποτυχία λόγω της ρήξης μεταξύ της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας στα τέλη του 1958, όσο και στο πλαίσιο των χωριστών διαπραγματεύσεων με την ΕΟΚ που κατέληξαν στην προαναφερθείσα Συμφωνία Σύνδεσης.
Ο αρχιτέκτονας της ευρωπαϊκής πολιτικής ήταν ο τότε πρωθυπουργός της χώρας Κωνσταντίνος Καραμανλής, που σε συνεργασία με το κυβερνητικό επιτελείο και μια δυνατή αντιπροσωπεία υπό την αιγίδα του Ιωάννη Πεσμαζόγλου, πληρεξούσιου υπουργού και υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, επέδειξαν μεγάλη ικανότητα σχεδιασμού, υιοθέτηση τακτικής και επίτευξη στόχων. Οι θέσεις της χώρας όπως εκφράστηκαν δεν υπήρξαν αυστηρά ελληνοκεντρικές, αλλά πρόβαλαν τα αιτήματα των αναπτυσσόμενων ευρωπαϊκών χωρών και την αναγκαιότητα ενίσχυσής τους για σύμμετρη ανάπτυξη των χωρών μελών των νεοπαγών τότε ευρωπαϊκών οργανισμών στο πεδίο της ενοποίησης. Πέρα από την ιστορική σημασία παράθεσης στοιχείων, σήμερα, εξήντα χρόνια μετά, η παρούσα μελέτη αποτελεί μια αξιοπρόσεκτη περίπτωση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής στο πεδίο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, όπου η χώρα βρέθηκε μπροστά σε προκλήσεις του ευρύτερου διεθνούς και εγγύτερου ευρωπαϊκού περιβάλλοντος και ανταποκρίθηκε σε γρήγορους χρόνους επιδεικνύοντας εξωστρέφεια και ικανότητα στο πεδίο της πολυμερούς διπλωματίας με μακροχρόνια προοπτική.