H μονογραφία υπό τον τίτλο «Η προσφυγή στη Δημόσια Διοίκηση» πραγματεύεται τη θεματική του κατασταλτικού διοικητικού αυτοελέγχου, ονομαζόμενου και ενδοδιοικητικού ή εσωτερικού ελέγχου της δημόσιας διοίκησης, μέσω των διοικητικών αναφορών και προσφυγών. Μια θεματική η οποία, μολονότι συμβαδίζει χρονικά με την ίδια την άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας, είναι σύγχρονη καθώς τα μέσα ελέγχου της διοίκησης επεκτείνονται και αναζητείται η εναλλακτική επίλυση των διοικητικών αμφισβητήσεων.
Αντικείμενο της μονογραφίας είναι όλες οι προσφυγές, προαιρετικές και υποχρεωτικές, που διαθέτει ο διοικούμενος: από το πλέον απλό ελεγκτικό μέσο της διοικητικής δράσης, την αναφορά προς τις διοικητικές αρχές, τις άτυπες διοικητικές προσφυγές, την ειδική διοικητική προσφυγή, μέχρι τις «δικονομοποιημένες» προσφυγές, την ενδικοφανή και την προδικαστική προσφυγή ως είδος ενδικοφανούς, η οποία εξετάζεται πλέον από Ανεξάρτητη Αρχή (ΑΕΠΠ).
Η μελέτη στηρίζεται σε συγκριτική ανάλυση των ελεγκτικών μέσων με δεδομένα του γερμανικού δικαίου, το οποίο επιλέχθηκε, ιδίως λόγω του γενικευμένου μοντέλου της ενδικοφανούς προσφυγής (προδικασίας) που προσφέρει, καθώς παρόμοια ενοποίηση του θεσμού αποτέλεσε αντικείμενο εγχειρήματος και του Έλληνα νομοθέτη.
Η μελέτη αναδεικνύει τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των διοικητικών προσφυγών και την αλληλοδιάδραση μεταξύ τους και με τον δικαστικό έλεγχο. Επίσης ότι η προσφυγή στη δημόσια διοίκηση, υπό όλες τις εκδοχές της, προωθείται δυναμικά, υπηρετεί μείζονος σημασίας σκοπούς και είναι αυτό που προτιμά ο διοικούμενος για την διεκδίκηση των δικαίων του. Τέλος, με τα πλούσια βιβλιογραφικά και νομολογιακά δεδομένα της, συνιστά ένα χρήσιμο εργαλείο για τον δικηγόρο, τον λειτουργό της δημόσιας διοίκησης και τον εφαρμοστή του δικαίου εν γένει, στο πλαίσιο της ενασχόλησής του με τις προσφυγές ενώπιον της διοίκησης.