Του δεκαπεντασύλλαβου, τα μετρημένα λόγια,
μοιάζουν κορφές π’ από ψηλά τριγύρω ατενίζουν
και μέσα στης ποιήσεως, το δάσος, ξεχωρίζουν
ορθώνονται σαν τη στητή κι αγέρωχη σεκόγια!
Ο ήχος ο μελωδικός, το μέτρο του ιάμβου,
όταν πλεχτεί περίτεχνα και ζευγαρώσ’ η ρίμα
και της ψυχής μας απλωθεί το αγιασμένο νήμα,
τότε κερδίζει η ποίηση τις δάφνες του θριάμβου!
Δάφνες στον λόγο που ’τρεξε με την ορμή χειμάρρου!
Του Σολωμού, του Παλαμά, του Ρίτσου, του Χορτάτση,
σ’ εκείνους που η σκέψη τους έχει ευωδιάσει.
Του ποιητή τ’ ανώνυμου, στο κλέος του Κορνάρου.
Ο στίχος ο μελωδικός, ο εθνικός μας στίχος,
είναι το μέτρο της ψυχής και της καρδιάς ο ήχος.
* * *
«Είναι στη φύση του ανθρώπου ο αναστοχασμός. Ο στοχασμός που ταξιδεύει απάνω σε άλλους στοχασμούς που υπήρξαν ή θα υπάρξουν, σε στοχασμούς που αναδύονται μες τη συνείδηση καθώς ο στοχαστής βιώνει τη συνάντηση της ιερής τριάδας στην καρδιά του: τη Φύση, την Κοινωνία και το Πνεύμα. Κι αυτός που έχει το χάρισμα του λόγου και την τέχνη, ο Ποιητής, μιλάει για το ιερό στη γλώσσα των πολλών με τον δικό του τρόπο. Οι γλώσσες των ανθρώπων ήτανε πάντοτε πολλές, μα ο Ποιητής γνωρίζει πως για να σχολιάσει το άρρητο με λέξεις, για να σημάνει του αναστοχασμού του το ιερό, μονάχα με τη γλώσσα των προγόνων του μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. Γιατί η γλώσσα είναι φανέρωμα και όχημα μαζί της κοινωνίας. Της κοινωνίας του ποιητή, της σχέσης του με άλλες ψυχές, ζωή από τη ζωή μίας συμβίωσης στον ίδιο τόπο.»
[από τον Πρόλογο του βιβλίου]