Το κείμενο αυτό ούτε αποφαίνεται σχετικά με τις αιτίες απώλειας του φιλοσοφείν ούτε αποφαίνεται για τις συνθήκες που ευνοούν την εκκάλυψή του· το κείμενο αυτό δεν αποφαίνεται ως προς όλα τα προαναφερθέντα, καθώς δεν επιθυμεί να δογματίσει· και δεν επιθυμεί να δογματίσει, γιατί το διαπερνά η υποψία πως το δογματίζειν συσκοτίζει τον ορίζοντα του απορείν, άρα: και του φιλοσοφείν· για αυτό, λοιπόν, το παρόν κείμενο υποτυπώνει τον λόγο του υπό τη μορφή επτά αναστοχαστικών ερωτημάτων περί το φιλοσοφείν, δηλαδή επτά μεταερωτημάτων, τα οποία εστιάζονται στο μεταξύ της εκκάλυψης και της απώλειας του φιλοσοφείν· επομένως, η ανέλιξη του κειμένου αυτού συνιστά μία ατοπία, μία ατοπία, όμως, αναμφίβολα δηλωτική –εκ του περιεχομένου της– τόσο εκείνης της αδιατάρακτης βούλησης η οποία προασπίζεται την εκκάλυψη του φιλοσοφείν όσο και εκείνου του έμμονου πάθους το οποίο αγωνίζεται για τη μη απώλεια αυτού τούτου, του φιλοσοφείν.
Τα επτά μετα-ερωτήματα του παρόντος κειμένου, αφορούν τις εξής θεματικές: το αν είναι αναγκαίο να αποτελεί αντικείμενο προβληματικής του φιλοσοφείν ο βιοπολιτικός του χώρος· το κατά πόσον το πρόταγμα του φιλοσοφείν θα πρέπει να είναι η προσαρμογή του στην κατεστημένη πραγματικότητα ή –αντιθέτως– η υπέρβασή της· το αν θεμελιώδης προϋπόθεση της ύπαρξης του φιλοσοφείν είναι η φαντασιακή του αυτονόμηση από την κατεστημένη σκέψη· το αν το φιλοσοφείν θα πρέπει να είναι μοχλός ανατροπής ή εργαλείο επιδίωξης ωφελημάτων· το κατά πόσον η ηγεμονία της αναπαράστασης περιορίζει την ευρετική του φιλοσοφείν και η εγκατάλειψή της την διευρύνει· το κατά πόσον ο μη αδιάλειπτος αυτοέλεγχος και η μη περιοδική αυτοαναίρεση του φιλοσοφείν οδηγούν στον ολοκληρωτισμό.