Η ομαδική διάταξη αλλάζει εντελώς τα δεδομένα και τη δυναμική της συνειρμικής λειτουργίας αλλά και τις συνθήκες της ψυχαναλυτικής ακρόασης: Όταν κάποιος μιλάει, επηρεάζει την ψυχονοητική κατάσταση και τους συνειρμούς των υπολοίπων.
Έτσι, κάθε τι που «λέγεται» εμπεριέχει τις αλληλεπιδράσεις των συνειρμών και των υπολοίπων παραπέμποντας σε μια διυποκειμενικότητα πολυ-υποκειμενική.
Η ιδιαιτερότητα αυτής της ακρόασης δεν συνίσταται μόνο στο ότι ο θεραπευτής ακούει ψυχαναλυτικά. Έχει να κάνει και με ένα δεύτερο προαπαιτούμενο: ότι ακούει τους συμμετέχοντες ως πληθυντικές ενικότητες ενώ την ομάδα ως πολυπρόσωπη διυποκειμενικότητα.
Είναι μια «ακρόαση» πολυδιάστατη, πολύπλοκη, πολυεπίπεδη: Ακρόαση του λεγόμενου όσο και του άλεκτου, του σωματικού και του έμπρακτου, του διυποκειμενικού αλλά και του ατομικού, της αντικειμενικής πραγματικότητας, αλλά και «ακρόαση» εσωτερική από τον αναλυτή ή τους αναλυτές σε περιπτώσεις συνθεραπείας.
Η ακρόαση συνδέεται με τις ψυχαναλυτικές θεωρίες ομάδας του αναλυτή. Συνδέεται ακόμα με τον στόχο της κάθε ομαδικής πρακτικής, άρα τα αιτήματα, των συμμετεχόντων όσο και του θεσμού στα πλαίσια του οποίου μπορεί αυτή να πραγματοποιείται. Με το αν πρόκειται δηλαδή για ομάδα ψυχοθεραπείας, ή ομάδα ευαισθητοποίησης, ομάδα γονέων, ή κάτι άλλο.
Ο τίτλος, Ψίθυροι των λέξεων, εμπνέεται από μια φράση του Theodor Reik στο έργο του «Ακούγοντας με το τρίτο αφτί», όπου γράφει: «Ο ψυχαναλυτής πρέπει να μάθει πώς ένα μυαλό μιλάει σε ένα άλλο πέρα από τις λέξεις και μέσα στη σιωπή. Πρέπει να μάθει να ακούει με το τρίτο αφτί […] Για να ακουστείς δεν χρειάζεται να φωνάξεις. Αν θέλεις να ακουστείς, ψιθύρισε!».
Όπου χρειάζεται, η θεωρία συνοδεύεται με κλινικά παραδείγματα.