Όπως γράφει και ο συγγραφέας στον Πρόλογο, “ο τίτλος της εργασίας απηχεί το διαχωρισμό του Frege ανάμεσα στη σημασία και στην αναφορά με βάση το νόημα (νόημα ως αναφορά, νόημα ως σημασία). Η σημασία είναι ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το πράγμα για το οποίο μιλάμε, και η αναφορά είναι το πράγμα για το οποίο μιλάμε”. Το γνωστό παράδειγμα: ο πλανήτης Αφροδίτη εμφανίζεται το πρωί ως Αυγερινός και το βράδυ ως Αποσπερίτης. Αυτές οι δύο εμφανίσεις συνιστούν δύο διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους βλέπουμε το ίδιο πράγμα -τον πλανήτη Αφροδίτη. Η σημασία λοιπόν αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε ένα πράγμα (π.χ., με ‘Αυγερινός’ εννοούμε ‘άστρο της αυγής’, με ‘Αποσπερίτης’ εννοούμε ‘άστρο της εσπέρας’), ενώ η αναφορά είναι αυτό το πράγμα για το οποίο μιλάμε (π.χ., η αναφορά του ‘Αφροδίτη’ είναι ο πλανήτης Αφροδίτη). Έτσι, η σημασία είναι, με μια έννοια, υποκειμενική (δηλαδή, εξαρτάται από εμάς -ή από τον τρόπο που βλέπουμε ένα πράγμα), ενώ η αναφορά είναι αντικειμενική: αφορά το ίδιο το πράγμα ανεξάρτητα από το τι ιδέα έχουμε για αυτό. Όλο το βιβλίο διαπνέεται από την παραπάνω διάκριση, της οποίας το πρώτο μέρος αντιστοιχεί στην εργαλειακή σύλληψη (ο λόγος αφενός είναι υποκειμενικός, εξαρτάται δηλαδή από εμάς, π.χ., τις επιθυμίες μας / τα ενδιαφέροντά μας, κλπ., και αφετέρου είναι εξωγενής -για κάτι άλλο, π.χ. γυμνάζομαι για να έχω καλή υγεία), ενώ το δεύτερο μέρος της διάκρισης αντιστοιχεί στην ηθική σύλληψη (ο λόγος αφενός είναι κατηγορικός και ανεξάρτητος από εμάς, π.χ. μια ηθική απαίτηση είναι καθολική και ανεξάρτητη από τις επιθυμίες μας και τα ενδιαφέροντά μας, και αφετέρου είναι ενδογενής -για τον εαυτό του, π.χ. πρέπει να κρατήσω την υπόσχεσή μου, επειδή η ηθική απαιτεί να κρατάω τις υποσχέσεις μου -ανεξάρτητα αν η τήρηση της υπόσχεσης στη συγκεκριμένη περίπτωση με ωφελεί ή με βλάπτει). Συγκεκριμένα -αναφέρουμε επιλεκτικά- στο πρώτο κεφάλαιο εξετάζονται δύο είδη αναγκαιότητας, η υποθετική (έχει εργαλειακό χαρακτήρα) και η κατηγορική (θεμελιώνει την ηθική), καθώς επίσης και δύο ηθικές θεωρήσεις, της Συνεπειοκρατίας και της Καθημερινής ηθικής. Αναλύεται επίσης η έννοια της πράξης σε αντιδιαστολή προς την έννοια της παράληψης (που και αυτή θεωρείται πράξη), σε συνδυασμό με την Θεωρία της Διπλής Συνέπειας (ή Διπλού Αποτελέσματος). Κατόπιν, στο δέυτερο κεφάλαιο, ο συγγραφέας καταπιάνεται με το φαινόμενο της ακρασίας, το οποίο θεωρεί ‘φαινομενολογικό και όχι οντολογικό’, και αντιδιαστέλει τις φρονητικές θεωρήσεις προς τις ηθικές. Το τρίτο κεφάλαιο αφιερώνεται στην ευδαιμονία (ευτυχία) όπου η αρχική διάκριση εργαλειακού και κατηγορικού μεταφέρεται στη διάκριση ανάμεσα στον Φαινομενικό και στον Νοητό κόσμο -η ευτυχία ‘ως προωθητικός παράγων της αρετής’, είναι το στοιχείο που εννοποιεί τους δύο κόσμους και τους φέρνει σε κατάσταση μέθεξης. Στο τέταρτο κεφάλαιο, εξετάζεται η έννοια της υποχρέωσης, έχοντας ως κεντρικό άξωνα τον Kant, καθώς επίσης και η πράξη του ψεύδους, και τίθεται το ερώτημα εάν υπάρχουν περιπτώσεις όπου ένα άτομο έχει δυνατότητα να εναντιωθεί σε έναν ηθικό κανόνα από καλή πρόθεση -π.χ. να βοηθήσει κάποιον που έχει ανάγκη. Αναφέρεται ως παρένθεση το φαινόμενο του Καζουϊσμού, και η ασάφεια ανάμεσα στο τί συνιστά κανόνα και τί συνιστά νόμο, χρησιμοποιώντας την ‘περίπτωση penumbra’ -την ίδια στιγμή, ωστόσο, γίνεται κριτική στον ηθικό σχετικισμό. Ο συγγραφέας ‘καταφεύγει στη λογοτεχνία’ -επειδή εστιάζεται προς το μερικό, και ως εκ τούτου μπορεί ενδεχομένως να φωτίσει τις σκοτεινές γωνιές ενός ηθικού προβλήματος-, και αναφέρει κάποιες περιπτώσεις όπου ένα άτομο βρίσκεται εγκλωβισμένο μέσα σε ένα τραγικό δίλημμα, με κατάληξη ότι η ελευθερία του ατόμου υποδηλώνει την τραγικότητά του. Στην τελευταία ενότητα του ίδιου κεφαλαίου, ο συγγραφέας εξετάζει δύο χρήσεις του ρήματος ‘βρίσκω’ (ανακαλύπτω και επιννοώ) και το συνδέει με το νόημα -στο υπαρξιακό επίπεδο-, χρησιμοποιώντας και πάλι τη διάκριση του Frege ανάμεσα στη σημασία και στην αναφορά. Στο πέμπτο και τελευταίο κεφάλαιο, επιχειρείται μια ακόμη προσέγγιση της έννοιας ‘Καλό’ με βάση την διάκριση ομωνυμίας / συνωνυμίας, καθώς επίσης και με βάση την αναλογία, το εστιακό νόημα και τη μεταφορά. Κατόπιν ο συγγραφέας κάνει τρείς προτάσεις. Η πρώτη, ‘να ξεκινήσουμε από ένα είδος φυσιοκρατικής συλληψης της έννοιας καλό’ προς την κατάσταση της ‘δυναμικής ηθικής θεώρησης’· η δεύτερη, αφορά την συνειδητοποίηση του κοινού ανθρώπινου τόπου, την προσπάθεια να επικοινωνήσουμε αυτό που συχνά είναι ανείπωτο, και το γεγονός ότι δεν μπορούμε να δούμε τον εαυτό μας ανεξάρτητα από την κατάσταση αλληλεπίδρασης με άλλα άτομα και κατ’ επέκτασιν με τον κόσμο. Η τρίτη πρόταση στηρίζεται σε μια διάκριση φυσικού / τεχνητού, όπου το πρώτο ερμηνεύεται με βάση την αξιοπιστία, ενώ το δεύτερο με βάση την αλήθεια. Συγκεκριμένα, ο άνθρωπος ως βιολογικό όν προσεγγίζεται με φυσικό τρόπο, αλλά η πράξη του ώς ηθικού όντος ερμηνεύεται με τον τρόπο που ερμηνεύουμε τα τεχνητά σημεία· για παράδειγμα, η πράξη της δειλίας έχει, με βάση το γεγονός της γενναιότητας, ως τιμή-αλήθειας το ψευδές. Κατόπιν εξετάζεται η συναισθηματικότητα, την οποία ο συγγραφέας θεωρεί ως ‘ελάττωμα των γνωσιακών λειτουργιών και του χαρακτήρα’. Στην επόμενη ενότητα, ο συγγραφέας, με αφορμή τον μύθο του Σίσυφου, εξετάζει συνοπτικά τον μηδενισμό, χρησιμοποιώντας το Υπόγειο του Ντοστογιέφσκη και το Nachtwachen του Bonaventura, και καταλήγει στο ότι, ο Σίσυφος, με το να ασκεί τη θέλησή του, κάνει υπέρβαση και του μηδενισμού, αλλά και του παράλογου της ανθρώπινης ύπαρξης. Στην τελευταία ενότητα, συγχωνεύονται οι τρεις έννοιες του έρωτα, της αγάπης και της φιλίας (οι ‘τρεις όψεις του ίδιου πράγματος’) μέσα στο αγαθό δίχως το οποίο δεν είναι δυνατό να νοηθεί η γεγονότητα του ανθρώπου.
Το νόημα του καλού
Εργαλειακή σημασία και ηθική αναφορά
ISBN | 978-960-02-2546-4 |
---|---|
Σελίδες | 702 |
Έτος πρώτης έκδοσης | 2011 |
Έτος τρέχουσας έκδοσης | 2011 |
Βάρος (g) | 1194 |
Σχήμα | 24 x 17 |
37,10€
Σε απόθεμα